Ευφορία (ευ + φέρω) / εφορία (επί + ορώ, επιβλέπω, επιτηρώ, παρατηρώ, επιθεωρώ, στρέφω το βλέμμα μο
- Evangelia Xoni
- Jul 19, 2019
- 1 min read

Η γυμναστική και η μουσική μου προκαλούν ευφορία. Νιώθω χαρά, ενθουσιασμό και αισιοδοξία.
Αυτό το χωράφι αποδείχτηκε πολύ εύφορο. Μέσα σε δύο χρόνια αυξήθηκε η σοδειά.
Πήγα στην Εφορία πρωί πρωί και έφυγα αργά το μεσημέρι. Τόση ταλαιπωρία για ένα χαρτί!
Η λέξη ευφορία σημαίνει την καλή διάθεση, την ψυχική και σωματική ευεξία, αλλά και την καρποφορία, τη γονιμότητα.
Αντίθετα η ομόηχή της λέξη εφορία, προέρχεται από το ρήμα "εφορώ", που σημαίνει, επιβλέπω, επιτηρώ, επιθεωρώ, στρέφω το βλέμμα μου προς κάτι, προσέχω, είμαι σε επιφυλακή.
Commenti